Σελίδες

Τετάρτη 14 Ιουνίου 2017



Παρή Στιβακτάκη για τον Αντώνη Χελιδώνη
Το περασμένο Σάββατο πραγματοποιήθηκε στο Πολύκεντρο Νεολαίας εκδήλωση μνήμης για τον Αντώνη Χελιδώνη, με την ευκαιρία του βιβλίου με ποιήματά του που εξέδωσαν φίλοι του. Στην εκδήλωση διάβασα το κείμενο που ακολουθεί και το οποίο αναρτώ για χάρη φίλων του διαδικτύου που μου το ζήτησαν.
"Είναι δύσκολο να μιλάς για το πνευματικό παιδί ενός αμετάκλητα απόντος, ο οποίος ήταν και παραμένει στη μνήμη όσων τον γνώρισαν,τον συναναστράφηκαν και τον αγάπησαν ζωντανός ωσεί παρών. Εγώ δεν ανήκω στους φίλους του, δεν είχα καν τη χαρά να τον γνωρίσω, ωστόσο σήμερα σε αυτήν την εκδήλωση μνήμης, με την ευκαιρία του βιβλίου που εκδίδεται από φίλους του, θα πρέπει να σας μιλήσω για τα ποιήματα, αυτά τα κείμενα που σημειολογικά έχουν τη δύναμη μιας φυσικής παρουσίας.Αυτό εν τούτοις που επισημαίνω από την αρχή είναι ότι τα γραπτά του Αντώνη μου άμβλυναν την αρχική αγωνία και ανησυχία μου με την αμεσότητα, την αλήθεια και την ευαισθησία που έκρυβαν. "Χαιρετώντας λοιπόν σήμερα στίχους νεκρού σε στάση προσοχής."
Η αίσθηση που είχα όση ώρα κράτησε η σιωπηρή ανάγνωση ήταν κάτι σαν τον απόηχο μιας κουβέντας, που ωστόσο ποτέ δεν κάναμε μαζί αλλά που έκρυβε ή άφηνε να διαφανούν στιγμές, σκηνές της ζωής του σε μακρινά ή πιο πρόσφατα χρόνια, μεταξύ Θεσσαλονίκης και Αθήνας. Ξετυλίχτηκαν μπροστά μου εικόνες με πρόσωπα που δεν γνώρισα ποτέ αλλά την ίδια στιγμή μου ήταν πολύ οικεία σαν γνωστά μου από παλιά. Εννοώ, λέγοντας αυτά, τον τρόπο γραφής του Αντώνη. Ελλειπτικά εξομολογητικός ή απλά με υπαινικτικό τρόπο μιλά-γράφει για θέματα που λίγο πολύ μας έχουν όλους ταλανίσει, όπως η μοναξιά, η μνήμη επίμονη σαν την τύψη που σιγοτρώει συχνά τα σωθικά, οι ματαιωμένοι έρωτες,οι λογής απογοητεύσεις, η απουσία, η επικοινωνιακή δυστοκία των συναναστροφών, το διαρκές ψάξιμο, η αναζήτηση. Κι όλα αυτά ειπωμένα χωρίς ψιμύθια, χωρίς επιτήδευση, με τρόπο άμεσο και καίριο, όπως τη χάρη που έχει ένα σημείωμα, που μπορεί να συμπυκνώσει στο μικρό του μέγεθος ένα ποτάμι αισθήματα μαζί με λυρισμό. Ο ίδιος έγραφε ότι βιωματικά προσεγγίζει το σήμερα κι αυτό ακριβώς ονόμαζε ποίηση. Για του λόγου του το αληθές ο πιο έγκυρος και αδιάψευστος μάρτυρας είναι τα κείμενα αυτά που απαρτίζουν το βιβλίο του, που εκδίδεται από φίλους της καρδιάς, χωρίς αυτόν παρόντα αλλά το πιο πιθανό σύμφωνο σε αυτό, όπως σημειώνει ο φίλος του Ματθαίος Φραντζεσκάκης. Εκείνο που κυριαρχεί στα ποιήματα του Αντώνη είναι η αίσθηση του συγκαλυμμένου, ένα κλίμα σκόπιμης ασάφειας, ρευστότητας και αφαιρετικότητας. Μικρές φόρμες που αποτυπώνουν με πυκνότητα και ποιητική ελλειπτικότητα τα θέματα που κάθε φορά βγάζει στο φως. Αν η ποίηση αποτελεί μια χαραμάδα από την οποία κοιτάζουμε το πρόσωπο του ποιητή, ταυτόχρονα αποτελεί και τον τρόπο που ο ΄ίδιος μπορεί να αντιμετωπίζει τον εαυτό του και τους άλλους. Η σχέση του ποιητή με το δημιούργημά του είναι μια σχέση αίματος. Σχέση και νοητική αλλά και σωματική. Στους στίχους του Αντώνη φαίνεται ότι προυπήρξε έντονη βυθοσκόπηση. Έπιανε τη σιωπή των πραγμάτων και αυτήν αναδείκνυε. Με υπαινιγμούς και έμμεσο τρόπο περιγράφει το βίωμά του. Με φαιές πινελιές και γήινα χρώματα σκιαγραφεί τη ζωή και την πραγματικότητα όπως τη βίωσε ο ίδιος. Στα απλά και καθημερινά πράγματα υπάρχει έτσι κι αλλιώς ποίηση, αφανής μεν, φανερής όμως κρείττων. Εφόσον με το ποιητικό κείμενο συστήνεται κάθε φορά ο ποιητής, ο μόνος δρόμος προσέγγισης του κόσμου του είναι ο λόγος του. Πίσω από τις ποιητικές προτάσεις ανακαλύπτουμε τον τρόπο που ο ίδιος αυτοπροσδιορίζεται.
Σε όλους μας είναι γνωστό, πως στα λογοτεχνικά κείμενα πεζογραφικά είτε ποιητικά, βάση και ψυχή του υλικού τους είναι τα βιώματα του συγγραφέα ή του ποιητή αλλά και του ίδιου του δημιουργού. Δεν μπορεί να υπάρξει αλλιώς ένα κείμενο, χωρίς αυτήν την προυπόθεση, θάναι χωρίς ταυτότητα, χωρίς ψυχή, χωρίς πνοή. Και αυτά υπάρχουν κι όχι απλά υπάρχουν αλλά ξεχειλίζουν στους στίχους του Αντώνη.Είναι κομματάκια μικρά, χαρακτηριστικά, ψήγματα πολύτιμα μιας ζωής που ήταν γεμάτη εκπλήξεις, όμορφες, πικρές, φωτεινές, δραματικές μα πάνω απ΄όλα ανθρώπινες. "Η τέχνη είναι για να παίρνει το ανεκπλήρωτο όνειρο του ανθρώπου, την αθεράπευτη στέρηση του ανθρώπου" έχει γράψει κάπου ο Γιώργος Χειμωνάς και έχω την αίσθηση ότι κάτι τέτοιο συμβαίνει και με την ποίηση του Αντώνη.
Στους στίχους του διαβάζει κάποιος σελίδες, μέρες, στιγμές, γεγονότα της ζωής του. Συναντήσεις που έμειναν στη μνήμη και χαρακώνουν τη θύμηση οδυνηρά, νοσταλγία στιγμών που μοιάζουν να στοιχειώνουν το παρόν, μιαν αγωνία για την καθημερινή συναναστροφή, τη δύσκολη-συχνά- ουσιαστική επικοινωνία, τη φθορά του χρόνου και το ανικανοποίητο. Και μια στέρεη αγάπη για τη ζωή, όχι τη χαλασμένη, όπως κάπως λέει κι ο ίδιος. Άλλωστε ο ποιητής είναι ο αφοσιωμένος της ζωής. Κι όπως έχει γράψει κάπου ο Μαγιακόφσκι: "Ο ποιητής μένει πάντοτε χρεώστης/ απέναντι στον κόσμο/ πληρώνει πάντα τόκους και υπερημερίες/για τον πόνο των ανθρώπων." Αλλά και τον δικό του, θα πρόσθετα.
Το βιβλίο των ποιημάτων του, με τον τίτλο Κιβώτια σχήματα, το ψευδώνυμο Αντώνης Στέγος και διευκρινιστικό υπότιτλο Ποιήματα και ποιητικά πεζά, από τις εκδόσεις Πυξίδα της πόλης, έχει 5 ενότητες με τους επιμέρους τίτλους Τοπιογραφία, Μυστική συμφωνία 1, Κιβώτια σχήματα, Σπονδή στο πρόσωπο και Μυστική συμφωνία 2. Στην Τοπιογραφία, α΄ ενότητα του σώματος των ποιημάτων, με προμετωπίδα ένα στίχο του Σπύρου Τσακνιά, αριθμούνται 17 ποιήματα που χρονολογούνται αρχής γενομένης από το 1991 και φθάνουν ώς και το 2000. Η μυστική συμφωνία, το β΄μέρος, με προμετωπίδα στίχο του Τίτου Πατρίκιου, περιλαμβάνει 11 ποιήματα, η τρίτη με τίτλο Κιβώτια σχήματα και στίχο του Μαν. Αναγνωστάκη ως προμετωπίδα με 14 ποιήματα η τέταρτη Σπονδή στο πρόσωπο και 6 ποιήματα και τέλος η πέμπτη με τίτλο Μυστική συμφωνία 2 και 6 ποιήματα. Συνολικά έχουμε 54 ποιήματα. Ολιγόστιχα τα περισσότερα, λιτής γραμμής και έκφρασης, θυμίζουν, κάποια τουλάχιστον, χάι-κου. Άλλα πάλι είναι πεζογραφήματα ποιητικής έκφρασης και πνοής. Όλα σε τόνο εξομολογητικό, με χαρακτηριστικό τους έναν έντονο συναισθηματισμό που δεν αφορά αποκλειστικά τον έρωτα ή για να το θέσω αλλιώς, αφορά τον έρωτα σε όλες τις εκφάνσεις του. Τον έρωτα της καρδιάς, του αγώνα, της επανάστασης, του ονείρου, της δικαίωσης, της ανταπόδοσης. Κι αν ο άνθρωπος είναι το ύφος του, τότε και για τον χαρακτήρα του Αντώνη μπορεί ο αναγνώστης να πάρει μία μυρωδιά μέσα από τα λόγια του. Εκείνο που εγώ κράτησα διαβάζοντας τους στίχους του, που μένουν κληρονομιά οριστική και άφθαρτη σε όλους που τον αγάπησαν, είναι μια βαθιά αγάπη για τον άνθρωπο, μια αγωνία για το αύριο, ένα έντονο αίσθημα αδικαίωτων καταστάσεων και αναζητήσεων, έναν άνθρωπο κρυμμένο πίσω από τον ποιητικό του λόγο ευαίσθητο, άμεσο, ειλικρινή, συναισθηματικό και πολύ, υπέρ του δέοντος ευαίσθητου, αν αυτό σημαίνει κάτι σε καιρούς πεζούς, δύσκολους και αντιποιητικούς που ζούμε.
Επειδή η Ποίηση έχει τις ρίζες της στην ανθρώπινη ανάσα. Επειδή τα ποιήματα αυτά είναι τα λόγια του Αντώνη, η ψυχή του, η ανάσα του, οι στίχοι αυτοί που αποδείχτηκαν οι τελευταίοι, εμείς ξέρουμε πως μένουν σαν μια δροσερή ανάσα ζωής και ζεστής παρουσίας κι ας είναι αμετάκλητα απών ο ίδιος, για να τον κρατούν στη μνήμη έτσι όπως έζησε και γεύτηκε την ουσία της ζωής, αν και αυτή στάθηκε πολύ άδικη μαζί του.

Θέλω να κλείσω αυτή τη μικρή παρουσίαση με τη γνωστή αποστροφή του Σεφέρη:"Όπως τα πεύκα κρατούνε τη μορφή του αγέρα, ενώ ο αγέρας έφυγε, δεν είναι εκεί, το ίδιο τα λόγια φυλάγουν τη μορφή του ανθρώπου, κι ο άνθρωπος έφυγε, δεν είναι εκεί."





Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2016



"Σονέτο του γλυκού παραπόνου"
Φοβάμαι μη χάσω το θαύμα
των αγαλμάτινων ματιών σου και τη μελωδία
που μου αποθέτει τη νύχτα στο μάγουλο
το μοναχικό ρόδο της ανάσας σου

Πονώ που είμαι σε τούτη την όχθη
κορμός δίχως κλαδιά μα πιότερο λυπάμαι
που δεν έχω τον ανθό, πόλφο ή πηλό
για το σκουλήκι του μαρτυρίου μου.

Αν είσαι εσύ ο κρυμμένος μου θησαυρός
αν είσαι εσύ ο σταυρός και ο υγρός μου πόνος,
αν είμαι το σκυλί της αρχοντιάς σου
μη με αφήσεις να χάσω ό,τι έχω κερδίσει

και στόλισε τα νερά του ποταμού σου
με φύλλα από το φρενοκρουσμένο μου φθινόπωρο.

-Λόρκα






Ο ΤΙΤΟΣ ΠΑΤΡΙΚΙΟΣ ΤΙΜΑΤΑΙ ΜΕ ΤΟ ΒΡΑΒΕΙΟ MAX JACOB ÉTRANGER 2016
Με ιδιαίτερη χαρά σας ανακοινώνουμε ότι ο Τίτος Πατρίκιος τιμήθηκε με το γαλλικό Βραβείο Ποίησης Max Jacob Étranger 2016, για τη δίγλωσση ανθολογία ποιημάτων του με τον τίτλο «Sur la barricade du temps» («Στο οδόφραγμα του χρόνου»), σε μετάφραση και επιλογή της Marie-Laure Coulmin Koutsaftis, με πρόλογο του ιστορικού Olivier Delorme, από τις εκδόσεις Le Temps des Cerises (ISBN: 9-782370-710406). Η απονομή του βραβείου θα γίνει στις 11 Απρiλίου στο Παρίσι.

Το Βραβείο Max Jacob θεσμοθετήθηκε το 1950 από τη Florence Frank Jay Gould και τιμά κάθε χρόνο την ποιητική συλλογή ενός Γάλλου κι ενός ξένου ποιητή. Η βράβευση του Τίτου Πατρίκιου είναι η δεύτερη για Έλληνα ποιητή μέσα σε τρία χρόνια: το 2013 είχε βραβευθεί ο Θανάσης Χατζόπουλος με το βιβλίο Cellule, σε μετάφραση Alexandre Zotos και Louis Martinez (δίγλωσση έκδοση), από τις εκδόσεις Cheyne.


Τετάρτη 3 Φεβρουαρίου 2016







ΝΙΚΟΣ ΚΑΒΒΑΔΙΑΣ 41 χρόνια από το θάνατό του

Τον είπαν ποιητή της θάλασσας, της ανοιχτωσιάς, των οριζόντων, του φευγιού και της αλμύρας. Ήταν ο Μαραμπού για τους φίλους, ο Κόλιας, αλλιώς ο αγαπημένος ποιητής των ναυτικών. 10 Φεβρουαρίου του 1975 άνοιξε για τελευταία φορά τα πανιά του για το στερνό χωρίς επιστροφή ταξίδι. Κι έγινε αυτό που φοβόταν και απευχόταν πάντοτε. Να΄χει ένα θάνατο κοινό και μια κηδεία σαν των πολλών ανθρώπων τις κηδείες. Αυτός, ένας θαλασσινός που αγάπησε μόνο μια γυναίκα στη ζωή του, τη θάλασσα, πέθανε σαν στεριανός, άδοξα για τα μέτρα του. Τα ποιήματα που μας άφησε λίγα, μόλις τρεις ποιητικές συλλογές, Μαραμπού, Πούσι και Τραβέρσο, ένα μυθιστόρημα, τη Βάρδια και κάποια μικρότερα πεζά Στο άλογό μου, Λι και Του πολέμου. Εκείνο όμως που μετρά στην περίπτωση του Καββαδία είναι όχι η ποσότητα αλλά το ειδικό βάρος που έχει έτσι κι αλλιώς το έργο του, όχι μόνο για τους ναυτικούς ή τους ανθρώπους της θάλασσας γενικότερα, κι αυτό γιατί στους στίχους του ανιχνεύει κανείς και αναγνωρίζει τον παλμό και τον ήχο των κυμάτων, την αρρώστια του ναυτικού και την καθημερινή αναμέτρησή του με τη μοναξιά, τον ξενιτεμό, το θάνατο. Γεύεται στις λέξεις του την αλμύρα του νερού που τον κυκλώνει, νιώθει τα κρωξίματα των γλάρων, τον πανικό των τροπικών πυρετών, την προστυχιά των λιμανιών με τα φονικά, τα μαχαιρώματα, τις ηδονές των πορνείων, την ελευθεριότητα της έκφρασης, τον καημό του μοναχού και ξεχασμένου ναύτη στη μέση των ωκεανών.
  Δεν είναι τυχαίο που οι στίχοι του έχουν μελοποιηθεί από δεκάδες μουσικούς και δεν είναι τυχαίο που έχει τραγουδηθεί όσο λίγοι ποιητές. Στην ποίησή του ένας αναγνώστης μπορεί να μη διαπιστώσει τη στιχουργική αρτιότητα, όμως θα έχει εισπράξει τη μαγεία του βιώματος που είναι δυνατότερο και ουσιαστικότερο από κάθε τεχνική τελειότητα του στίχου. Γιατί η ποίηση του Καββαδία είναι ποίηση ζωής, μνήμης, βιώματος, της ίδιας της ψυχής ενός αμαρτωλού, τρυφερού, ερωτικού και τολμηρού άντρα, που έφαγε με το κουτάλι αχόρταγα τη θάλασσα και όλη τη μαγεία της για 46 ολόκληρα χρόνια.